Βράδυ Σαββάτου. Τους συναντάω στο φανάρι όσο να ανάψει το κόκκινο. Είναι η εικόνα της σιωπής με όλα της τα λούσα, τη βροντώδη παρουσία της, το σκληρό περίγραμμά της. Αυτό το πυκνό κενό που αστράφτει ανάμεσα σε δυο ανθρώπους.
Ας μιλήσουμε για τα λυπημένα ζευγάρια που δεν λένε τίποτα πια μεταξύ τους. Σαν να τα έχουν πει όλα. Που περιβάλλονται από μια τάφρο σιωπής. Τα τείχη που τους προστάτευαν κατέρρευσαν χωρίς να το πάρουν είδηση. Ποιοι ήταν άραγε οι βάρβαροι.. που τα κονιορτοποίησαν. Και τώρα κοιτούν με μισόκλειστα μάτια τους άλλους, ήσυχα, ξέπνοα, απόντες από το παρόν τους για λίγο, όσο να ανάψει το φανάρι.
Δεν μπορεί, θα έχετε συναντήσει τέτοια ζευγάρια. εκείνος στο τιμόνι, τραβηγμένος στην άκρη, κοιτάζει έξω από το παράθυρο.. όχι το δρόμο αλλά.. τη ζωή του κι εκείνη σφιγμένη στην άλλη άκρη γράφει και σβήνει τη δική της ζωή στο τζάμι.. που αντανακλά... τη φρόνιμη φιγούρα της. Χαζεύουν τους περαστικούς αλλά δεν τους βλέπουν. Κοιτάζουν ώρα τώρα ή μήπως από χρόνια, μέσα τους. Ούτε ένα βλέμμα δεν χαρίζουν ο ένας στον άλλον, σαν να μην τους περισσεύει, σαν να τα ξοδέψανε όλα. Κοιτάγματα, λόγια, αγγίγματα. Σαν να βολεύονται με τη σιωπή. Μέσα, υπάρχει το όχι. Έξω, κοχλάζει το ναι. Μονομάχοι της συμβίωσης.
Τα όπλα τους τα έχουν διαλέξει από καιρό και τα ακονίζουν ο καθένας μόνος του. Βουβά παράπονα, ακυρωμένα θέλω, ξεθυμασμένες επιθυμίες, κάτι ρετάλια όνειρα, ανώδυνα μυστικά, μικρές προδοσίες, αναιμικές υποσχέσεις πως όλα.. αύριο θα είναι αλλιώς. Δείχνουν τόσο λυπημένοι και θυμωμένοι αλλά...δεν ξέρω γιατί. Άλλαξε η μεταξύ τους γεωγραφία. Μεγάλωσαν οι αποστάσεις και η σχέση τους μοιάζει με ήπειρο που κουράστηκαν ή βαριούνται πια να εξερευνήσουν. Δεν μπορεί, θα έχετε συναντήσει τέτοια ζευγάρια. Το ραδιόφωνο όσο να ανάψει το φανάρι παίζει τα δικά του αλλά εκείνοι ακούνε το κονσέρτο για έναν άνθρωπο, μια λύπη, ένα παράπονο. Σιγοψιθυρίζουν την ωδή που έχει γραφτεί για την πλήξη και την μοναξιά. Τόσο λυπημένα δείχνουν τα ζευγάρια έτσι όπως περιμένουν να ανάψει το φανάρι.. και να ξαναμπεί σε κίνηση η ζωή τους. Περιμένουν.. πώς και πώς να δραπετεύσουν από τη μέσα τους ξενιτιά. Τους βλέπω να ξεκινούν αλλά είναι ακόμα λυπημένα τα ζευγάρια
Εχει ειπωθεί αυτό ξανά και ξανά, σε όλες τις εποχές. Όλοι οι θρησκευόμενοι άνθρωποι έλεγαν το εξής: "Μόνοι ερχόμαστε σ' αυτόν τον κόσμο και μόνοι φεύγουμε." Κάθε συντροφικότητα είναι ψευδαίσθηση. Η ίδια η ιδέα τής συντροφικότητας εμφανίζεται επειδή είμαστε μόνοι, και η μοναξιά πονάει. Θέλουμε να πνίξουμε τη μοναξιά μας σε μια σχέση... Γι' αυτό ασχολούμαστε τόσο πολύ με τον έρωτα. Προσπάθησε να δεις την ουσία. Συνήθως, νομίζεις πως ερωτεύτηκες μια γυναίκα ή έναν άντρα, επειδή είναι όμορφη, επειδή είναι όμορφος. Δεν είναι αυτή η αλήθεια. Η αλήθεια είναι ακριβώς το αντίθετο: ερωτεύτηκες, επειδή δεν μπορείς να είσαι μόνος. Θα ερωτευόσουν έτσι κι αλλιώς. Θα απόφευγες τον εαυτό σου με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Και υπάρχουν άνθρωποι που δεν ερωτεύονται άντρες ή γυναίκες, ερωτεύονται τότε το χρήμα. Αρχίζουν να ασχολούνται με το χρήμα ή με κάποιο παιγνίδι εξουσίας, γίνονται πολιτικοί. Κι αυτό είναι επίσης αποφυγή της μοναξιάς σου. Αν παρατηρήσεις τον άνθρωπο, αν παρατηρήσεις τον εαυτό σου βαθιά, θα εκπλαγείς. Όλες σου οι δραστηριότητες μπορούν να συμπτυχθούν σε μία μοναδική πηγή. Η πηγή είναι ότι φοβάσαι τη μοναξιά σου. Όλα τα άλλα δεν είναι παρά δικαιολογίες. Η πραγματική αιτία είναι ότι αισθάνεσαι πολύ μόνος.